Monday, July 06, 2009

Μια μέρα στην Αθήνα

Ξυπνάω στην Αθήνα. Άλλη μια φορά. Και όπως κάθε φορά το ίδιο σενάριο παίζεται μπροστά μου, σαν να ήμουν προταγωνιστής στη μέρα της Μαρμότας. Πάντα ξυπνάω με έναν κόμπο στο λαιμό. Θέλω διακαώς να ξεράσω, σαν να ξυπνάω μετά από ένα άγριο μεθύσι. Πηγαίνω γραμή για την τουαλέτα, πλένω τα δόνται και βλέπω το πρόσωπο μου στον καθρέφτη. Το ίδιο χλωμό πρόσωπο με τους μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια. Η ίδια κομμένη φάτσα, που μοιάζει συνεχώς λες και έχει συγκρουστεί με νταλίκα. Δεν αντέχω τη ζωή μου και δεν με αντέχει και η ίδια. Και θέλω αλλάξω αυτή την κατάσταση. Πάω στην κουζίνα, φτιάχνω καφέ και προετοιμάζομαι για την ημέρα που με περιμένει. Τα πράγματα ως έχουν είναι ως εξής. Πρώτα θα περάσω από το γραφείο, θα παραδώσω το άρθρο της ημέρας, και μετά θα βγω στους δρόμους για αναζήτηση ρεπορτάζ. Θα τρέξω από ‘δω και από κει, θα γράψω το ρεπορτάζ, και μετά θα γυρίσω σπίτι. Το βράδυ θα κοιμηθώ μπροστά στην τιβί, εάν νιώθω μοναξιές θα συρθώ σε κάποια τρύπα και θα βγάλω κάμποσες ώρες στη μπάρα με ένα ποτήρι μπύρας, αναλογιζόμενος την ζωή μου στην Αθήνα. Γαμώτο πως κατέληξα να ζω έτσι; Με τι όνειρα ξεκίνησα; Μήπως είναι καιρός να την κάνω; Γυρνάω σπίτι και το επόμενο πρωί ξαναξυπνάω στην ίδια κατάσταση.
Σήμερα όμως τα πράγματα φαίνονται διαφορετικά. Ξαναξυπνάω και έχω το ίδιο ακριβώς αίσθημα. Μουντάδα, κόμπος στο λαιμό, αδιαθεσία. Βλέπω ξανά την ίδια φάτσα στον καθρέφτη. Δεν με αναγνωρίζω πλέον. Πότε έχασα την ψυχή μου; Ξεκίνησα με σκοπό να κάνω μαχόμενη δημοσιογραφία, γεμάτη μπαρουτοκαπνισμένα ρεπορτάζ από κοινωνικούς αγώνες και αδικίες, αλλά κατέληξα να κυνηγάω κουτσομπολία και ρεπορτάζ από το χρηματιστήριο, ή από τα επιχειρηματικά εγχειρήματα του εκδότη μου. Μαλακίες δηλαδή. Και τώρα, μετά τέσσερα χρόνια από αυτή την άθλια ρουτίνα, έχω σκυλοβαρεθεί. Δεν με αντέχω πια. Ούτε τη δουλειά μου.
Κάνω γρήγορα ένα ν τους και φεύγω για το γραφείο. Φτάνω, παραδίδω και ετοιμάζομαι για τη νέα έρευνα. Νέα αποστολή. Άγιος Παντελεήμονας. Να γράψω πόση ζημιά προκαλούν οι εξαθλιωμένοι Αφγανοί στον τζήρο των ντόπιων επιχειρηματιών. Ένα ακόμη κατευθυνόμενο ρεπορτάζ. Μπαίνω στο αυτοκινητάκι και ξεκινάω για τον Άγιο Παντελεήμωνα. Και αναρωτιέμαι εάν πρέπει όντως να κάνω αυτό το κωλορεπορτάζ. Η λογική μου μου λέει να γράψω ότι ακριβώς θα δω εκεί, το ένστικτο της επιβίωσης μου λέει να να κάνω τουμπεκί και να γράψω ακριβώς ότι ζητά το αφεντικό. Μια μάχη εκτυλίσσεται μέσα στο κεφάλι μου. Καθώς πλησιάζω στην πλατεία αρχίζω να νιώθω την κατάσταση γύρω μου. Στα πεζοδρόμια βλέπω ολόκληρες οικογένειες “αθλίων” να κοιμούνται στρωματσάδα, παιδιά που βρίσκονται ένα βήμα πριν τον τυμπανισμό από την πείνα, νέους ανθρώπους στα όια της απελπισίας, άλλους με σύριγγες στα χέρια….Και όλοι τους είναι μετανάστες, σε μια χώρα που δεν τους θέλει.. Παρκάρω κάπου, και αρχίζω τις φωτογραφίες και τις ερωτήσεις. Κάπιοι μου λένε ότι οι μετανάστες κλέβουν, τους διώχνουν την πελατεία γιατί κοιμούνται ή χέζουν κοντά στα μαγαζιά τους. Ρωτάνε που είναι η αστυνομία και γιατί δεν τους μαζεύει να τους στείλει πίσω στην πατρίδα τους; Και τι μας νοιάζει εάν εκεί έχουν πόλεμο; Εμάς μας ρώτησαν πριν μας κουβαληθούν εδώ; Φοβόμαστε να περπετήσουμε στην ίδια μας τη γειτονιά με τόσους πολλούς ξένους! Όπως πάντα οι ίδιες ατάκες. Από τους ίδιους ανθρώπους. Και που να ερχόταν και ο κλασσικός θίασος από αυτούς που εμφανίζονται στα κανάλια και ξεσπαθώνουν κατά των μεταναστών.
Μιλάω και με ανθρώπους από την άλλη πλευρά. Μετανάστες. Και ακούω τα ίδια. “Φοβόμαστε”. “Προχτές μας επιτέθηκε μια συμορία, ήθελαν να μας διώξουν, έλεγαν να πάμε αλλού, να φύγουμε απο την Ελλάδα….Μα που να πάμε; Πίσω στο Αφγανιστάν έχει πόλεμο.” “Η αστυνομία έρχεται μόνο για να μας συλλάβει και να μας πάει στα σύνορα, ποτέ για να μας προστατέψει από αυτούς που μας χτυπάμε”. “Εμείς δεν ήρθαμε να κλέψουμε, ήρθαμε να κάνουμε μια νέα ζωή, μακρυά από τον πόλεμο.” “Δεν είμαστε παράνομοι, είμαστε πρόσφυγες, απλά το αλλοδαπών δεν μας δίνει χαρτιά. Πέντε χρόνια περιμένω, εγώ, να μου εξετάσουν την υπόθεση.” Δύο πραγματικότητες σε μια. Αποφασίζω να χέσω το άρθρο. Να το γράψω όπως εγώ γουστάρω. Δε γαμιέται. Γυρνάω, κάθομαι και γράφω το άρθρο όπως γουστάρω, γράφω για τον γολγοθά των Αφγανών της Πλατείας. Το στέλνω με email στον αρχισυντάκτη και απλά περιμένω την απάντηση. Μία ώρα αργότερα με πέρνει τηλέφωνο . Τα έχει πάρει στο κρανίο. Με ρωτάει που βρίσκεται το άρθρο που μου ζήτησε. Του απαντώ ότ αυτό που έστειλα ήταν το ρεπορτάζ, και ότι δεν μπορεί να αλλάξει. Μου λέει πως θα είναι το τελευταίο μου για την εφημερίδα. Του λέω ότι θα περάσω το πρωί να πάρω τα πράγματα μου και την αποζημίωση για την απόλυση.Και το κλείνω. Επιτέλους. Ώρα να φεύγω. Μπαίνω στο ίντερνετ και ψάχνω για δουλειά . Οτιδήποτε, οπουδήποτε. Αρκεί να ασχολούμαι πάλι με τον τύπο και να κάνω πράγματα που γουστάρω. Βρίσκω μια περιβαλοντική οργάνωση για την διάσωση των καταρακτών του Ιγκουάσου, στην Αργεντινή, με έδρα το Puerto Iguazu. Τους στέλνω ένα email με το βιογραφικό μου, ευτυχώς ξέρω πολύ καλά Ισπανικά. Μου απαντούν άμεσα και με ρωτούν πότε μπορώ να είμαι στην περιοχή. Τους λέω ότι έχω να κανονίσω κάτι εκρεμότητες και ότι σε δύο μήνες θα είμαι εκεί, όπως και να έχει. Μου στέλνουν την απάντηση. Με δέχονται! Ετοιμάζω βαλίτσες, βάζω τα ρούχα, τα αγαπημένα μου πράγματα, τους δίσκους, το κομπιούτερ και τις αφίσες στο Φιατάκι.Αφήνω και ένα μικρό σημείωμα στην οικογένεια, στο τραπέζι. “Φεύγω”, γράφει, απλά και αθόρυβα. Το πρωί φεύγω για το γραφείο, πέρνω τα πράγματα και την αποζημίωση, μετά πάω στην τράπεζα και σηκώνω όλεσ μου τις οικονομίες. Δεκαπέντε χιλιάδες ευρώ σύνολο, θα μου φτάσουν για να οδηγήσω ως εκεί, η για εισητήρια και ναύλα. Το σχέδιο είναι ένα. Πάμε αθόρυβα Πράγα, μένουμε μερικές μέρες (όσες χρειαστεί για να πάρουμε νέα για τη βίζα από Ρωσία και ΗΠΑ), και εάν όλα ευδοκιμήσουν περνάμε μέσω Ουκρανίας, Ρωσίας, Σιβηρίας, Αλάσκα,Καναδά, Παναμερικάνικης Λεωφόρου και Άνδεων για Αργεντινή. Αλλίώς πάμε Ισπανία, ή Αγγλία, και τα φορτώνουμε στο πλοίο για Αργεντινή. Η άδεια εργασίας δεν είναι πρόβλημα, θα το κανονίσω από την πρεσβεία πριν ξεκινήσω.Πέρνω την εθνική για Πάτρα, για να πάρω το πλοίο για Βενετία. Αν όλα πάνε καλά, που θα πάνε, σε δύο μήνες τέτοια ώρα θα διασχίζω τις Αργεντίνικες Pambas με προορισμό το Iguazu…. Και την ελευθερία…… Επιτέλους φεύγω ζωντανός από την Αθήνα……

1 comment:

Anonymous said...

respect
respect
respect

katapliktikooo