Μερικές φορές, υπάρχουν απώλειες πολύ μακρυνές, που σε οδηγούν σε μια μορφή αναδρομής των χρόνων που πέρασαν. Μια τέτοια ήταν αυτή της Δευτέρας. Γιατί, με μια μπανάνα και έναν Transformer στα αυτιά, καταδυόμουν επί πολλά χρόνια, τόσο στους δικούς μου υπαρξιακούς βούρκους, όσο και στις δύσολες γειτονιές των πόλεων που έμενα. Ο Lou Reed αποτελούσε έναν από τους λογοτεχνικούς και μουσικούς μου ήρωες καθ’όλη την ύστερη εφηβεία μου και τον καιρό που ήμουν εικοσάρης, με μια ιδιαίτερη θέση στο πάνθεον των ηρώων στους οποίους κατέφευγα για να αντιμετωπίσω την απώλεια και τις δυσκολίες, κάπου εκεί κοντά δίπλα στον Nick Cave, την Patti Smith, τις Τρύπες και τον Neil Young.
Αλλά ακόμα και όταν δεν πέρναγες δύσκολες φάσεις, ο Λου είχε αυτό το πράγμα που μπορούσε πάντα να σε γοητεύσει. Μια γραφή που παρέπεε ανάμεσα στο μονόστηλο μιας εφημερίδας και τον Κέρουακ, με ολίγη από Μαρκήσιο φον Μαζόχ (βλέπε Veuns In Furs). Και μια μουσική γραφή πάντα αξεπέραστη. Ότι και να άγγιζε, είτε αυτό ήταν βρώμικο ροκ εντ ρόλ, είτε τζαζ στην πιο χαλαρή της μορφή, είτε λευκός θόρυβος (βλέπε Metal Machine Music), είτε μουσική για θέατρο και κινηματογράφο, είτε μπλιμπλικοείδή, το μετέτρεπε σε ένα έργο άγριας ομορφιάς. Ακόμα και όταν στον τελευταίο δίσκο του έπαιξε μέταλ, το έκανε με απαράμηλλο στυλ, και προσέθεσε ακόμα ένα διαμαντάκι στην συλλογή του.
Τον ανακάλυψε, τον ανακάλυψε ο Andy Warhol, ο οποίος και τον υποστήρηξε στα πρώτα του βήματα, αλλά στην πιο δύσκολη στιγμή της καριέρας του, εκεί μετά τους Velvet Underground, τον προστάτευσε και τον συμβούλεψε ο Bowie, πράγματα που δεν ξέχασε ποτέ. Για αυτό τον λόγο έφτιαξε και εκείνο το μνημειώδες “Songs for Drella” , παρέα με τον John Cale, αυτόν τον παραγνωρισμένο (πάτωσε σε πωλήσεις, περιέργως πως) φόρο τιμής στον μεγάλο εικαστικό. Αλλά, μην ξεχνώντας ότι χωρίς την βοήθεια των άλλων, πολλοί ταλαντούχοι δεν μπορούν να διακρηθούν, έκανε τον μέντορα και σε πολλούς άλλους νέους μουσικούς, με αποκορύφωμα τον Anthony Hegarty (Anthony and the Johnsons), οι οπίοι θα ήταν τελείως άσημοι αν ο θείος Λου δεν έβαζε το χεράκι του.
Στα εβδομηντακάτι του, επιβιβάστηκε στον Δορυφόρο της Αγάπης, και πήγε να συναντήσει εκείνο το Νεοϋορκέζικο σύμπαν που είχε δημιουργήσει ο ίδιος, με τους ναρκομανείς, τις αρσενικές και θυλικές πόρνες, τον Warhol, τις ντεμπουτάντ, τα βαποράκια, τους απόκληρους, τους ηδονιστές κοσμικούς, τον Poe, τους νταβατζήδες, τις ανούσιες τηέφωνικές συζητήσεις και τους γεμάτους όνειρα νεοφερμένους επαρχιώτες. Δεν μας άδησε μόνους, αλλά μας άφησε με μια τεράστια μουσική και λογοτεχνική κληρονομιά.
Αντίο Λου
Καληνύχτα Κυρίες….