Η ώρα ήταν προχωρημένη. Ο Θύμιος κοίταξε τον ήλιο που είχε φτάσει στο ψηλότερο σημείο του και τώρα έκαιγε την Θεσσαλονίκη. Η Εγνατία ήταν ένα μάτσο χάλια και αυτός έπρεπε να φτάσει επειγώντος σε έναν ηλεκτρονικό οριζώνα στην Καλαμαριά. Αν δεν τον θέριζε μέσα στην επόμενη μιάμιση ώρα, οι στρατιώτες του δεν θα είχαν τροφή για την επόμενη εβδομάδα και τα πράγματα θα ήταν δύσκολα. Επίσης το να πάρει τον περιφερειακό ήταν εκτός κάθε πραγματικότητας. Πρώτον γιατί οι εχθροί του θα είχαν στήσει σκοπούς σε κάθε διάβαση, και δεν υπήρχε περίπτωση να περάσει απαρατήρητος. Και δεύτερον γιατί όταν είσαι iga-ninja, το παν είναι η εμφάνιση. Και το να σε προσπερνάει το σύμπαν γιατί το καρούλι το chaly που οδηγείς δεν πάει με πάνω από πενήντα την ώρα, μπορεί να σχολιαστεί ποικηλοτρόπως στην διεθνή κοινότητα των ninja. Με λίγα λόγια, ο Θύμιος έπρεπε να τολμήσει το ακατόρθωτο και να διασχήσει την Θεσσαλονίκη, μέσω κέντρου, καβάλα σε ένα μηχανάκι, εν ώρα αιχμής, μέσα σε μιάμιση ώρα. Και ήταν και Τετάρτη.
Ευτυχώς οι ικανότητες του ήταν ένας δυνατός σύμμαχος. Ήξερε να σκαρφαλώνει σε λεωφορεία, να οδηγεί με τετρακάβαλο, να κάνει σούζες, και σταυροβελωνιά, πράγματα απαραίτητα για να επιβιώσεις ως οδηγός στην πόλη. Πέσα από την στολή του βρίσκονταν ένα πανίσχυρο κατάνα, 15 αστεράκια, ένα μπωλ vegetable chow-mein, πέντε γεύματα του σταθμού και ένα ζευγάρι ξυλάκια. Πολύτιμα εργαλεία της δουλειάς δηλαδή. Και είχε μόλις γεμήσει το ντεπόζιτο.
Έβαλε τα μαύρα του γυαλιά και ξεχύθηκε στην Μοναστηρίου σαν σύφωνας μέσα από τα ΚΤΕΛ και άρχησε να την κατεβαίνει. Γρήγορα εμφανίστηκε το πρώτο εμπόδιο. Παππούς με Π που προσπαθούσε να διασχύσει παράνομα τον δρόμο, ενώ ο Θύμιος είχε πιάσει τελική. Δεν πτοήθηκε όμως. Με μεγάλη ταχύτητα έκοψε αριστερά, ανέβηκε στη ράμπα παρακείμενου φορτηγού της Express Service, και την κατάληλη στιγμή, (nanosecond πριν γίνει χαλκομανία στην καμπίνα), έδωσε ένα σάλτο δεξιά, περνώντας ίντσες πάνω από το κεφάλι του συνταξιούχου. Ο παππούς έπαθε καρδιακό, εγκεφαλικό και παρουσίασε σύνδρομο του Touret, αλλά κατά τ΄άλλα έμεινε άθικτος.
Εν τω μεταξύ ο Θύμιος στιγμιαία υπέθεσε πως ο παππούς ήταν κομμάτι των προσπαθειών του προαιώνιου εχθρού, του, του Τrisatanic Karbylator, με στόχο την οργάνωση του. Ο Karbylator επεκτεινώταν επικίνδυνα και ήταν υπερβολικά φιλόδοξος. Μόλις πριν μια βδομάδα είχε αφήσει σώβρακο τον κοινό τους εχθρό, τον Hyperφύαλλους Progressiveman, σε κοινή θέα, σε γνωστό sushi bar της πόλης. Όλα αυτά έκαναν τον Θύμιο να ανησυχεί. Ίσως τώρα να ήταν η σειρά του. Και ο Θύμιος δεν ήθελε να έχει την τύχη των άλλων.
Εν τω μεταξύ ο χρόνος έτρεχε, και ο Θύμιος προχωρούσε ανάμεσα σε αμάξια και φορτηγά. Η κίνηση ήταν πολλύ πυκνή, και μερικές φορές, τα λεωφορεία του ΟΑΣΘ έκαναν την κατάσταση ακόμα πιο δύσκολη. Κάθε φορά που ένα έκανε στάση, δημιουργούσε την αναπόφευκτη ουρά από αμάξια. Ο πότε προσπέρναγε, και όταν το προσπέρασμα έμοιαζε σαν αυτοκτονία, απλά σκαρφάλωνε στην οροφή και πέρναγε από πάνω.
Με τα πολλά έφτασε στο σταθμό του ΟΣΕ. Ξαφνικά, και ενώ έκανε να περάσει το φανάρι, δύο τζιπ και τέσσερις μηχανές να πλησιάζουν. Έστριψε απότομα αριστερά, μπήκε ανάμεσα στα δύο τζιπ, και ενώ έκανε έναν περίτεχνο ελιγμό ανακάλυψε ότι πίσω από τα τζιπ ερχόταν ένα παλιό αμερικάνικο καμπριολέ, πάνω στο οποίο βρισκόταν ο Karbylator. Και ενώ έκανε και δεύτερη μανούβρα για να αποφύγει και το νέο εμπόδιο, το καμπριολέ με μια κίνηση τετ-α-κε τον έκλεισε. Ξαφνικά ο Θύμιος βρέθηκε εγκλωβισμένος ανάμεσα στα δύο τζιπ, το καμπριολέ, και μια ζαρντινιέρα.
«ΧΑ ΧΑ σε περικύκλωσαμε Θύμιο, είσαι χαμένος από χέρι, τώρα, δεν θα ταίσεις τους στρατιώτες σου, αυτή τη βδομάδα, θα μείνουν από δυνάμεις και θα τους αποδεκατίσω, και τότε εγώ, ο Trisatanic Karbylator θα κάνω ένα ακόμα βήμα για να γίνω ο μεγαλύτερος νίντζα του κόσμου!»
Όμως ο Θύμιος δεν είχε πει ακόμα την τελευταία του λέξη. Με μία κίνηση αστραπή, έβγαλε το κατάνα και έκανε δύο τομές στην ζαρντινιέρα αρκετά μεγάλες για να χωράει και αυτός και ο chalάκι, κόβωντας στην πορεία και δύο εχθρικούς νίντζα, έναν υπάλληλο delivery, έναν δονητή και μια γυναικεία καρδιά στη μέση. Ευθύς όρμησε προς προς την σάλα αναχωρήσεων του σταθμού. Την διέσχυσε με μεγάλη ταχύτητα, και εφτασε στην αποβάθρα νούμερο ένα. Έκανε ένα πήδημα και πέρασε στην απέναντι αποβάθρα, την στιγμή ακριβώς που έφτανε το IC 52 από Αθήνα . Πρόλαβε στοπ τσακ, πράγμα που δεν κατάφεραν οι επόμενοι δύο αναβάτες, παρά το γεγονός ότι είχαν πολλύ πιο δυνατές μηχανές.
Ο Θύμιος άκουσε τον κρότο. Ανακουφίστηκε. «Μετά από αυτό δεν θα ξανακράξω ποτέ τον ΟΣΕ», σκέφτηκε. Εν τω μεταξύ η αποβάθρα τελείωνε και στην διπλανή υπήρχαν δύ μηχανές που τον ακολουθούσαν. Με μια κίνηση έριξε τέσσερα αστεράκια του ninja προς την κατεύθυνση τους. Το ένα χτύπησε την μία στο ντεπόζιτο,, το δεύτερο το χέρι του οδηγού της μηχανής, το τρίτο το μπροστά λάστιχο της δεύτερης μηχανής, και το τέταρτο βρέθηκε καρφωμένο στον τοίχο ανάμεσα σε αγόρι και ένα κορίτσι που χαμουρεύονταν σε ένα παγκάκι. Ο Θύμιος, κατέβασε το μηχανάκι στις ράγες και πάτησε γκάζι
Γρήγορα βρέθηκε στο τέλος των γραμμών. Το μόνο που τον χώριζε από τον αμέσος επόμενο κάθετο της Μοναστηρίου ήταν μια μάντρα από μπετό. Κανένα πρόβλημα. Με μια αστραπιαία κίνηση του κατάνα κομμάτιασε τον τοίχο, κάνωντας καλοκαιρινό και ένα διερχόμενο ταξί και φτιάχνωντας μια ολοκαίνουρια μοϊκάνα στον ταξιτζή. Γρήγορα μπήκε ξανά στην Εγνατία για να συνεχίσει τον δρόμο του. Όμως ανακάλυψε ότι τίποτα δεν κουνιώταν στο δρόμο. Οι αντίπαλοι ninja τον έψαχναν χωρίς να έχουν ιδέα που βρισκόταν. Σιγά σιγά άρχισε να κινείται ανάμεσα στα ακινητοποιημένα οχήματα. Ξαφνικά άκουσε ένα βριχυθμό. Γύρισε και είδε ότι τον είχαν ανακαλύψει, και είχαν αρχίσει να ανυψώνουν με ειδικές αναρτήσεις το αμάξι και τα τζιπ για να τον φτάσουν, ενώ κάμποσοι ninja που ήταν πεζοί τον πλησίαζαν. Ξαναπάτησε γκάζι και άρχισε να σκαρφαλώνει στις σκεπές των διερχόμενων ΙΧ. Φτάνωντας στην διασταύρωση με την Λαγκαδά, είδε ότι για όλα αυτά είχε σπαταλήσει ούτε λίγο όύτε πολύ μία ώρα. Στο επόμενο άνοιγμα έπρεπε να σταματήσει το σκαρφάλωμα , και να βγει σε ανοιχτό δρόμο για να αναπτύξει ταχύτητα. Όμως όλα ήταν ακινητοποιημένα και στους κάθετους δρόμους. Αποφάσησε στο επόμενο άνοιγμα να πάει προς παραλία. Η Νίκης έχει τουλάχιστον τεράστιο πεζοδρόμιο οπότε εκεί μπορούσε να αναπληρώσει τον χαμένο χρόνο. Εν τω μεταξύ τα τζιπ πλησίαζαν όλο και περισσότερο. Φτάνωντας στην Κολόμβου, συνειδητοποίησε ότι μπορούσε να κάνει κάτι για αυτό. Πέταξε 4 αστεράκια στις αναρτήσεις του προπορευόμενου τζιπ και άκουσε τον κρότο που κάνει ένα τέτοιο όχημα όταν κατεδαφίζεται. Έστριψε προς το πεζοδρόμιο, και διώχνωντας όσους πεζούς μπορούσε άνοιξε ξανά το γκάζι. Φτάνωντας στην Αριστοτέλους έιδε τον κενό χώρο που ήθελε, και άρχισε να κατεβάινει προς παραλία. Με μεγάλη ταχύτητα έφτανε στην Τσιμισκή, όταν είδε το δεύτερο τζιπ να τον πλησιάζει. Πέρασε σαν τον χάρο την Τσιμισκή και την λεωφόρο Νίκης, και τελευταία στιγμή πριν πάει για μπανάκι στο Θερμαϊκό, έστριψε αριστερά. Ακούγωντας το πλαφ που έκανε και το δεύτερο τζιπ, αισθάνθηκε μια κάποια ανακούφιση. Σιγά σιγά οι αντίπαλοι λιγόστευαν, και η απόσταση που τον χώριζε από τον ηλεκτρονικό οριζώνα γινόταν μικρότερη. Είχε περίπου μισή ώρα στη διάθεση του, αλλά τα βάσανα τελείωναν. Μόνο λίγα χιλιόμετρα και ο αρχηγός. Σιγά σιγά η κίνηση λιγόστευε. Εν τω μεταξύ ο Karbylator του πέταγε darts τα οποία ο Θύμιος απέφευγε με μαεστρία, και καμιά φορά ανταπέδιδε με αστεράκια, τα οποία όμως αστοχούσαν. Είχαν φτάσει πλέον στου Χαριλάου. Και ξαφνικά το είδε. Ένα τεράστιο γρανιτένιο άγαλμα του Μακάριου , να αιωρείται σε μικρή απόσταση από το έδαφος, και να έρχεται με ταχύτητα προς το μέρος του. Είχε ακούσει για την περίεργη εξαφάνιση του αγάλματος από την Αρχιεπισκοπή της Λευκωσίας, αλλά δεν υποψιαζόταν ότι ο Karbylator είχε αρκετή δύναμη έτσι ώστε να μπορεί να χρησιμοποιεί τόσο δυνατά μάγια ninjutsu. Το καμπριολέ ήταν πολύ κοντά στο chalάκι. Και ενώ ήταν μεταξύ σφύρας και άκμωνος, είδε στα αριστερά του ένα στενό, και έστριψε. Δεν είχε προλάβει όμως να δει το φορτηγό της φάγε που είχε σταματήσει για να παραδώσει γιαούρτια σε παρακείμενο φούρνο. Ετσι ανέβηκε με ταχύτητα στην ανοιχτή καρότσα και προσγειώθηκε φαρδύς πλατύς πάνω σε μια ντάνα από χαρτόκουτα γεμάτα γιαουρτάκια. Μόλις συνήλθε, γύρισε και είδε τον Karbylator σκυμένο από πάνω του. Είχε προλάβει να εκτυναχτεί πριν το άγαλμα πέσει με φόρα πάνω στο όχημα.
«Ήθελα μόνο να σε καθυστερήσω, αλλά φαίνεται ότι ήταν η τυχερή μου μέρα. Είσαι αδύναμος, άξιος της μοίρας σου.» του φώναξε ο Karbylator ενώ ετοιμαζόταν να τον τεμαχίσει με το περίφημο ηλεκτρικό του πριόνι. Ο Θύμιος μάζεψε όση ψυχική ενέργεια του είχε μέινει, για ένα τελευταίο κόλπο. Πόνταρε στην τύχη, αλλά ήταν η τελευταία του ευκαιρία να βγει ζωντανός και να δώσει φαι στους στρατιώτες του. Ξαφνικά 20 κεσεδάκια γιαουρτιού βρέθηκαν να απογειώνονται και να χτυπούν το πρόσωπο του Karbylator. Ο Karbylator, τυφλωμένος από το γιαούρτι, και ζαλισμένος από τα χτυπήματα παραπατούσε. Ο Θύμιος άδραξε την ευκαιρία, και του έριξε μια δυνατή κλωτσιά στα αρχίδια. Ο Karbylator διπλώθηκε στα δυο, και οι λεπίδες του πριονιού άρχησαν να μπήγονται στη σάρκα του. Σ ε δευτερόλεπτα είχε πεθάνει. Ο Θύμιος μάζεψε το χτυπημένο , και λεκιασμένο από αίμα και γιαούρτι κορμί του, και σηκώθηκε αργά αργά. Μπήκε σε ένα διερχόμενο ταξί, έδιωξε τον οδηγό, και άρχισε να οδηγεί μανιασμένα προς το διαμέρισμα στην Καλαμαριά. Έφτασε κυριολεκτικά στο παρά πέντε, και στο παρά ένα (δευτερόλεπτο), είχε καθίσει μπροστά στην οθώνη, συνδεθεί με τον ηλεκτρωνικό οριζώνα και θερίσει..... Αφού είχε εξασφαλίσει την τροφή των στρατιωτών του καθησε και αναλογίστηκε τα λόγια του σεβάσμιου δάσκαλου του...
«Ο δρόμος του ninja προς το μεγαλείο, είναι στρωμένος με κακουχίες, βάσανα, αίμα και πολύ γιαούρτι».
Monday, January 24, 2011
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment