Υπάρχουν λογιών λογιών και φηραμάτων ενταγμένοι δημοσιογράφοι, που κάνουν διαφόρων ειδών ρεπορτάζ, ανάλογα με την ένταξη τους. Υπάρχουν οι δημοσιογράφοι που εντάσσονται σε υπουργικά γραφεία, στρατιωτικές και αστυνομικές μονάδες. Σπανίως βγαίνουν από τα γραφεία τους και τις συνεντεύξεις τύπου για να κάνουν ρεπορτάζ. Συνήθως αναμασούν συνεντεύξεις και δελτία τύπου, και τις ελάχιστες φορές που κάνουν ρεπορτάζ, είναι τόσο φρακαρισμένο από την αυτολογοκρισία που στο τέλος, στην καλύτερη των περιπτώσεων δεν λέει τίποτα, και στην χειρότερη απλά αναμασά τα όσα θα έλεγε ένα δελτίο τύπου του υπουργείου ή της μονάδας.
Υπάρχουν οι δημοσιογράφοι που είναι ενταγμένοι σε επιχειρηματικά μπλοκ. Συναγελάζονται με επιχειρηματίες και διευθύνωντες συμβούλους επιχειρήσεων. Θα τους δει κανείς σε μεγάλα γκαλά, σε κλαμπ και σε ακριβά εστιατόρια, να κάνουν παρέα με λογής λογής παράγωντες του πολιτικού και επιχειρηματικού κόσμου. Αυτό όταν δεν βρίσκονται στο newsroom ή τα γραφεία μιας εφημερίδας ή ένός καναλιού, με το hands-free κολημένο σοτ αυτί, και κάποιον να τους δίνει εντολές (από την άλλη πλευρά της γραμμής) για το τι θα γράψουν, τι θα πουν, και με ποια σειρά θα χειριστεί το μέσο στο οποίο εργάζονται τις διάφορες ειδήσεις. Συνήθως κάνουν ότι κάνει και το πρώτο φήραμα, αλλά επίσης πολλές φορές αναλαμβάνουν τον ρόλο του σχολιαστή, και καμιά φορά η δουλειά συμπεριλαμβάνει και μια αγιογραφία του επιχειρηματία σοτν οποίο έχουν ενσωματωθεί, ή των ευνοούμενων του, ή στην διαφήμιση της κοσμικής ζωής (και των αγαθοεργιών) της κας του επιχειρηματία. Αυτοί βρίσκονται στο λεγόμενο payroll. Πένες επί πληρωμή στην υπηρεσία της υγειούς επιχειρηματικότητας. Λέμε τώρα.
Εκτός όμως από αυτά το πολύχρωμα ωδικα πτηνά υπάρχει και ο άλλος τύπος του ενταγμένου δημοσιογράφου. Μιλάμε για τον δημοσιογράφο που έχει θέσει την δουλειά του στην υπηρεσία του λάού , της κοινωνίας.
Το περασμένο καλοκαίρι, στο κάμπινγκ της YRE, κατά τη διάρκεια μιας συζήτισης για την δημοσιογραφία, με θυμάμαι να περιγράφω πως μια ομάδα από τρελούς μπήκαμε στην κατειλημένη Ερτ οπλισμένοι ως τα μπούνια, για να θέσουμε εαυτούς στην υπηρεσία του αγώνα. Είχαμε φωτογραφικές μηχανές, κινητά, κάμερες, ένα μπουμ, δύο μικρόφωνα, ένα μόντεμ της πλάκας και δύο-τρία προσωπικά λάπτοπ. Αυτά ήταν τα φοβερά και τρομερά όπλα μας.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που μπλεκόμουν σε μια τέτοια υπόθεση. Ή πρώτη μου φορά σητν μάχημη δημοσιογραφία του δρόμου και της αντίστασης ήταν εκείνο το καλοκαίρι που η Ζούγκλα του Λακαντόνα κατέβηκε στην Αθήνα και κατέλαβαε το Σύνταγμα. Δούλεψα εκεί με πολλούς άλλους που έκαναν, πολλοι ίσως και για πρώτη φορά, το ίδιο με ‘μένα. Χρησιμοποιούσαν την εμπειρία τους στα ΜΜΕ για να δώσουν φωνή στις πλατείες. Και καταφέραμε το ακατόρθωτο. Ένα καλά στημένο δίκτυο από δημοσιογραφικά συνεργεία, κέντρα εκπμομπής, ραδιοσταθμό, και ένα media centre που έκαναν πραγματικότητα την “αντάρτικη δημοσιογραφία”, μέσα σε μια Αθήνα που ζούσε ένα κίνημα και μια καταστολή χωρίς προηγούμενο. Το κίνημα δυαλήθηκε, αλλά γρήγορα φτιάξαμε τα δικά μας μέσα και συνεχίσαμε. Φτιάξαμε μια νέα καθημερινότητα για τους εαυτούς μας. Το πρωί δουλειά και το απόγευμα στη κυνήγι της είδησης σχετικά με τα κινήματα. Ή και το αντίστροφο, αναλογα με το ωράριο των “κανονικών” δουλειών μας. Γιατί λίγοι από εμάς ζούμε από τα ρεπορτάζ για το κίνημα.
Σε κάθε διαδήλωση ή κατάληψη είμαστε από τους πρώτους στόχους. Κυρίως από τις αντιδιαδηλωτικές ομάδες της αστυνομίας, και κατά δεύτερο λόγο από αστυνομικούς της ασφάλειας ή ακροδεξιούς. Έχουν υπάρξει βέβαια και φορές όπου θερμόαιμοι διαδηλωτές έχουν κινηθεί εναντίον μας, αλλά συνήθως έχουν να κάνουν με την χαζομάρα ή τον βρασμό ψυχής των εν λόγω ατόμων, και ήταν ελάχιστες. Αντιθέτως, οι επιθέσεις από ασφαλίτες, αστυνομικούς των ΜΑΤ και φασίστες έχουν υπάρξει οργανωμένες, και με συγκεκρυμένο σκοπό. Το να μας σταματήσουν από το να κάνουμε το επάγγελμά μας, και να συνετίσουν τους υπόλοιπους. Οι επαγγελματίες του χώρου, είναι συνήθως κάπως καλύτερα προστατευμένοι, είτε από τις επαγγελματικές τους ενώσεις, ή από τα μέσα στα οποία δουλεύουν, αλλά εμείς , οι πολίτες δημοσιογράφοι, όταν τα πράγματα σκληραίνουν είμαστε ουσιαστικά ακάλυπτοι και χωρίας ασφάλεια καμία. Αυτή είναι η ζωή μας, γιατί προσπαθούμε να δούμε την αλήθεια ζώντας στην κοινωνία, όχι από την ασφάλεια ενός γραφείου ή των γραμμών της Αστυνομίας.
Είναι μια ζωή δύσκολη. Στην ουσία ακούες ότι κάτι γίνεται στην πόλη, μαζεύεις τα υλικά σου και πας. Πάντα τίποτα το “επαγγελματικό ή πανάκρυβο”. Και αυτό γιατί, για να πεις την είδηση από την σκοπιά της κοινωνίας, δεν χρειάζεσαι κάτι παραπάνω από πράγματα που θα βρεις μέσα σε ένα οποιοδήποτε μικροαστικό σπίτι. Είπαμε, λάπτοπ. μόντεμ, κινητό, κάμερα, διάθεση για αγώνα, διάθεση να “αγνοήσεις¨τον κίνδυνο για να πεις τις ειδήσεις που για τα καθεστωτικά ΜΜΕ αντιμετωπίζονται ως “μη γενόμενες”, γιατί δεν συμφέρουν τα αφεντικά και τις κυβερνήσεις.
Είμαστε οι άντρες και οι γυναίκες που έθεσαν τα ταλέντας τους στην πραγματικά αμαρκάλευτη ενημ’ερωση του λαού. Αυτό το έχω συνειδητοποιήσει εδώ και χρόνια.
Είμαστε οι Μούμια Αμπού Τζαμάλ, οι νεκροί δημοσιογράφοι του Μεξικού, οι Σαβιάνο, οι τραυματισμένοι από τα ΜΑΤ φίλοι και συνάδελφοι. Είμαστε αυτοί που παλεύουν για να πουν τα πράγματα οπως τα αντιλαμβάνονται αυτοί, όπως τα βλέπει η αγωνιζόμενη κοινωνία, και όχι όπως τα βλέπουν οι πιγκουίνοι που αυτοαποκαλούνται έγκριτοι δημοσιογράφοι.
Αυτή είναι η παρακαταθήκη που αφήνουμε, αν και ακόμα είμαστε στα σπάργανα.
Για μια δημοσιογραφία στην υπηρεσία του λαού, αν εξαρτήτως εθνότητας, φύλου, χρώματος, θρησκείας και σεξουαλικού προσανατολισμόυ.
Με τις κάμερες πάντα οπλισμένες.......
No comments:
Post a Comment