Wednesday, October 28, 2009

Περί τρομοκρατίας, ξανά

Άλλο ένα χτύπημα σε αστυνομικό τμήμα, και οι αντιδράσεις έχουν αρχίσει να οργιάζουν. Να πω την αλήθεια μου έχω πολλά να χωρίσω με την ΕΛ.ΑΣ και την ηγεσία της, αλλά δεν μου αρέσει η τακτική ορισμένων "σωτήρων της επανάστασης" που όποτε το θεωρούν σωστό πέρνουν ένα καλάσνικωφ και όποιον πάρει ο χάρος, με όποια κίνητρα.
Αλλά θα διαφωνήσω με τον κατα τα άλλα συμπαθή κο Πίττα. Δεν φταίει το γεγονός ότι η αριστερά δεν κάνει ανοίγματα στους δεξιούς για κοινούς αγώνες. Φταίει το ότι πολλές φορές η αριστερά κάνει πισογυρίσματα, και αντί να ενισχύει τους αγώνες και να τους πάει μπροστά, πολλές φορές την κρίσιμη στιγμή κάνει πίσω. Και πολλές φορές κάνει πίσω γιατί υπάρχουν κομμάτια της τα οποία δεν αισθάνονται άνετα όταν απομακρύνονται πολλύ από θέσεις που να μην διαφέρουν και πολλύ από αυτές λ.χ. του ΠΑΣΟΚ. Αυτή η αριστερά απογοητεύει πολύ κόσμο, ό οποίος είτε γυρνά σπίτι του, είτε καταφεύγει σε πρακτικές τύπου ανταρτοπολέμου.

Και εάν είναι να πάρουμε τον μπατσο με το μέρος μας κατά τη διάρκεια της επαναστατικής διεργασίας, θα τον πάρουμε με το μέρος μας όταν αντιληφτεί ότι η κυβέρνηση και το σύστημα που υπηρετεί ωφελούν μόνο τους ανώτερους του και την αστική τάξη, και όχι τον ίδιο και τα παιδιά του. Τότε ο αστυνομικός δε θα ρίξει γκλομπιά στον διαδηλωτή, αλλά στον ανώτερο του.

Τώρα όμως ζούμε ακόμη σε μια φάση που η ταξική συνέιδηση του κόσμου βρίσκεται ακόμη αρκετά χαμηλά, οπότε η αστυνομία θα βγει στον δρόμο διψασμένη για αίμα. Και δε αποκλείεται ένας νέος Αλέξης, αλλά αυτή τη φορά με τους μικροαστούς και τους νοικοκυραίους να πέρνουν το μέρος της ΕΛ.ΑΣ......

Μεταναστευτική τραγωδία

Για άλλη μια φορά γίναμε μάρτυρες τραγωδίας με θύματα ανθρώπους που προσπαθούν να έρθουν στην Ευρώπη για να ξεφύγουν από τον βίο αβίωτο που ζου στις χώρες τους. Αυτούς τους ίδιους άνθρωπους υπό κανονικές συνθήκες οι Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αντιμετοπίζουν ως τρομοκράτες και μεγάλες απειλές για την εθνική ασφάλεια. Όμως, ένας τρομοκράτης ή ένας πράκτωρας, θα εμπιστευόταν την ζωή του στον πρώτο τυχόντα δουλέμπορο για να τον μεταφέρει κρυμμένο στο αμπάρι κάποιου σαπιοκάραβου, ή σε κάποιο φορτηγό ψυγείο, ή μήπως θα προτιμούσε να μπει στη χώρα με κάποιες πιο ασφαλείς και “νόμιμες” μεθόδους;

Monday, October 26, 2009

Κυνηγώντας το φάντασμα του Τομ Τζόουτ

Μια οικογένεια από την Οκλαχόμα, μεσούσης της οικονομικής κρίσης, μεταναστεύει στην Καλιφόρνια για να βρει μια καλύτερη ζωή. Όμως τίποτα δεν είναι όπως το φαντάζονται, διαβάζοντας τα φυλλάδια που ζητούν εργάτες γης. Αντί να βρουν μια αξιοπρεπή δουλειά, βρίσκονται να πηγαίνουν από περιοχή σε περιοχή στην πολιτεία, βιώνωντας την εκμετάλευση από τα αφεντικά και το μίσος από τους ντόπιους. Και όμως, συνεχίζουν να προσπαθούν εναγωνίως να κρατήσουν την αξιοπρέπεια τους. Κεντρικός χαρακτήρας είναι ο Τομ Τζόουτ, ο μεγάλος γιος της οικογένειας, ο οποίος επιστρέφει από την φυλακή στην γη της οικογένειας του, για να ανακαλύψει ότι τους έχει διώξει η τράπεζα η οποία εκμεταλεύεται την γη αυτή. Σιγά σιγά όμως ανακαλύπτουμε και τους άλλους χαρακτήρες της ταινίας (και του βιβλίου). Ο παππούς και η γιαγιά είναι δεμένοι με τη γη τους, και δεν θέλουν με τίποτα να την εγκαταλείψουν. Ακολουθούν την οικογένεια εκώντες/ακώντες αλλά δεν προλαβαίνουν να φτάσουν ζωντανοί ως την Καλιφόρνια. Τα δύο παιδιά παρακολουθούν όσα συμβαίνουν γύρω τους, χωρίς όμως να παρεμβαίνουν ιδιαίτερα στην πλοκή, παρά μόνο για να απαλύνουν το κλίμα. Η ευθραυστη έγκυος Roseashearn αντιθέτως προσφέρει στο δραματικό κομμάτι, ιδίως όταν καταρρακώνεται ψυχολογικά από την αποχώρηση του άχρηστου και αμφισβιτίσημου ηθικής σ΄θζηγου της, του Conny. Ο μικρός Τζοουτ είναι μια εφηβική εκδοχή του Τομ, ένας συμπαθέστατος αλητάκος. Ο Πατέρας και ο Θείος Τζων είναι δύο άνθρωποι οι οπίοι έχουν τραβήξει τα πάνδεινα, και οι οπίοι αισθάνονται ότι έχουν χάσει τα πάντα, ιδίως όταν έχουν χάσει το βιός τους, ενώ σημαντικός είναι και ο Casey, ένας πρώην πάστορας που έχασε την πίστη του, και στην πορεία γίνεται ένας μαχητικός συνδικαλιστής, ο οποίος όμως θα δολοφονηθεί από τους μπράβους ενός αφεντικού. Και κάπου εδώ μπαίνει ο χαρακτήρας της μητέρας. Μια γυναίκα με αστείρευτο κουράγιο και πολύ ισχυρή θέληση, ικανή να κάνει τα πάντα για να κρατήσει την οικογένεια ενωμένη και να την βοηθήσει να ξεπεράσει τις κακοτοπιές, που δίνει θάρρος στα υπόλοιπα μέλη και γίνεται μια πηγή αισιοδοξίας, ενώ πάντα προσπαθεί να κάνει αυτό που είναι σωστό. Από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές, ο όρκος που δίνει ο Τομ στη μητέρα του, ένας όρκος αδυσώπητου αγώνα ενάντια στην κοινωνική αδικία και το μεγάλο κεφάλαιο, την στιγμή που αναγκάζεται να ξαναπεράσει στην παρανομία και να εγκαταλείψει την οικογένεια, ενώ ο τελικός μονόλογος της μάνας αποτελεί μνημείο αισιοδοξίας, σε μια εποχή που είναι από περίεργη εως άσχημη. Η ταινία βέβαια έχει παραλείψει ίσως την καλύτερη σκηνή του βιβλίου, μια σκηνή που η Roseashern, αφού έχει γενήσει ένα νεκρό παιδί, βρίσκει το θάρρος να θηλάσει έναν άντρα ο οποίος κινδυνεύει να πεθάνει από λοιμό. Ίσως η πιο δυνατή σκηνή όλου του βιβλίου. Παρ’ όλα αυτά, η θέαση αυτής της τόσο επίκαιρης ταινίας, (και ας γυρίστηκε το 1940, η πραγματικότητα του καπιταλισμού και των οικονομικών κρίσεων παραμένει η ίδια, οι πλούσιοι συνεχίζουν να καλοπερνάνε και ο απλός λαός υποφέρει), εμένα μου θύμησε γιατί είμαι πολιτικά και κοινωνικά στρατευμένος. Και αυτό είναι γιατί δεν θέλω ο κόσμος να περνάει όσα περνούν άνθρωποι στο σύμπαν των “Σταφιλιών της οργής”. Γιατί θέλω έναν δίκαιο κόσμο, χωρίς διακρίσεις. Όπου ο καθένας θα μπορεί να ζήσει από τη δουλειά του άνετα και ανθρώπινα. Και γιατί είμαι διατεθημένος να βοηθήσω να χτιστεί ένα κίνημα που να ζητά αυτά τα αυτονόητα πράγματα για όλους. Και, όπου και εάν συμβαίνει, θα είμαι εκεί….Γιατί, παραφράζοντας τα λόγια του Casey, τα κινήματα είναι σαν μια μεγάλη ψυχή, και όσοι πιστεύουν στις κινηματικές διαδικασίες, συμμετέχουν ψυχή τε ή σώματι, ή έστω τις παρακολουθούν, όπου στον κόσμο και να συμβαίνουν αυτές

Ψυχή Βαθιά.

Ψυχή βαθιά. Ένα σύνθημα, που πάνω απ’ όλα έδειχνε την απελπισία των ανταρτών του ΕΑΜ. Χωμένοι σε ορύγματα, από τη μια οι αντάρτες και από την άλλη οι φαντάροι, απλοί νέοι που βρέθηκαν να πολεμάνε για αντίπαλες παρατάξεις. Άνθρωποι που βρέθηκαν στο μέτωπο για να παλέψουν για ιδανικά, ή επειδή τους ανάγκασαν, ή για να προστατέψουν τους ανθρώπους τους, σε ένα δράμα για την μετακατοχική Ελλάδα, όπου οι παλιοί προδότες γίνονται σύμαχοι, ενάντια σε αυτούς που ουσιαστικά μονοπολούσαν την εντός Ελλάδας αντίσταση κατά των Γ ερμανών. Και μαζί με όλα αυτά, οι ευθύνες των Ελλήνων πολιτικών και στρατιωτικών που μοιρολατρικά σχεδόν σκύβουν το κεφάλι όταν ακούν τις αξιώσεις των Αμερικανών, και την Σταλινική προδοσία από την άλλη πλευρά, που αποτυπώνονται από τις φρούδες ελπίδες για την επέμβαση της Σοβιετικής Ένωσης προς βοήθεια των ανταρτών. Και, εγκλωβισμένοι σε όλο αυτό το μοιραίο παιχνίδι, οι απλοί Έλληνες που δεν έχουν ουσιαστικά ιδέα για το που να στραφούν. Ουσιαστικά όμως έχει να κάνει με την απαρχή των δαιμονίων που κατατρέχουν ακόμη την ελληνική πολιτική και κοινωνική ζωή. Γιατί σήμερα βλέπουμε τα πολιτικά δυσέγγονα και εγγόνια των Γερμανοτσολιάδων και της αντιδραστικής δεξιάς να διεκδικούν κομμάτι της εκλογικής πίττας, την ίδια στιγμή που το ΚΚΕ γίνεται απολογιτής του Στάλιν και οι πιο μετριοπαθείς φωνές, που ανήκουν είτε στις κεντρώες απόψεις είτε στην κεντροδεξία ή την κεντροαριστερά, άγονται και φέρονται απο εδώ και από ‘κει, αλλά κυρίως από τις σειρήνες ρτου εθνικισμού. Του κάποτε Αμερικανόδουλου εθνικισμού, που τώρα την έχει ‘δει “κόντρα στο σύστημα”. Η ψυχή δεν είναι μόνο η ιστορία δύο αδερφιών ππου βρίσκονται σε αντίπαλα στρατόπεδα. Είναι και η ιστορία των λαθών και των διαψευσμένων προσδοκιών της Ελληνικής αριστεράς, αλλά και της αγωνιόδους προσπάθειας της Ελληνικής δεξιάς, με όλα όσα την χαρακτιρίζουν, να τραβήξει έναν λαό “εκώντα-ακόντα” στο δρόμο “της Δύσης”, μιας δύσης που όμως σημαίνει περισσότερα δεινά παρά καλά.

Saturday, October 24, 2009

Εξάρχεια 2009

Εξάρχεια 2009, η γειτονιά έχει καταληφθεί από σιδερόφρακτες λεγεώνες πραιτώρων, οι οποίες αν και είχαν κάνει την εμφάνιση τους από την εποχή της προηγούμενης κυβέρνησης, τώρα παραμένουν κατ’ εντολήν του “Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη”, για να μας προστατεύσουν από “επικίνδυνους” για την δημοκρατία δεκαπεντάχρονους και μετανάστες.

Ίσως και για να μπορεί να κάνει βόλτες στα Εξάρχεια άνετα ο Μπουμπούκος, χωρίς να φοβάται τον βομβαρδισμό του από πάσης φύσεως βλήματα (βλέπε πλαστικά ποτήρια του φραπέ, μπουκαλάκια του νερού).

Και εμείς οι υπόλοιποι, να προσπαθούμε να ανταλλάξουμε μια κουβέντα πολιτική, ίσως και λίγο πιο περίεργη υπό το άγρυπνο βλέμμα του ένστολου κτήνους, το οποίο ωσάν το μπάσκινα από παλιά ελληνική γωνία περιμένει κάπου στη γωνία να κάνουμε κάτι που ίσως να του φαινόταν ύποπτο (όπως ας πούμε παρουσίαση βιβλίου στου “Φλωρά”), για να μας μπουζουριάσει.

Η κατάσταση έχει ένα άρωμα από παλιά (βλέπε Δεκέμβρη, Χούντα, Κατοχή), και μια όψη που μυρίζει προπαγάνδα, παραπλάνηση.

Γιατί με την κρίση που μας τρώει, κάθε κυβέρνηση θέλει να στρέψει την προσοχή του πόπολου αλλού, μην γίνει καμιά επανάσταση.

Και συνήθως ο ιδανικός στόχος για αυτό αποτελεί ο διαφορετικός, ο ασυμβίβαστος, ο σκεπτόμενος.

Και δυστυχώς τα Εξάρχεια είναι γεμάτα από όλους αυτούς, εν αντιθέσει με καθωσπρέπει γειτονιές, όπως για παράδειγμα το Κωλονάκι.

Οπότε το θέμα γίνεται η επιστροφή της περιοχής στην “νομιμότητα”.

Γιατί αυτό ζητούν οι ταγοί της lifestyle δημοκρατίας μας, μέσα από υπουργικά γραφεία και τηλεπτικά δελτία των οχτώ.

Γιατί ας μην ξεχνάμε ότι ενημερωνόμαστε αντικειμενικά από μεγαλοεπιχειρηματίες μας, και τα τηλεοπτικά τους κανάλια.

Οι οπίοι είναι μέσα στους κυρίως υπεύθυνους της κατάντιας μας.

Τελικά το μόνο που λείπει από όλη τη συνταγή, μπας και δέσει το γλυκό είναι ο Αρκουδέας

Sunday, October 18, 2009

Ακαδημία Πλάτωνος-Ωραίοι ως Έλληνες

O Σταύρος είναι ένας Ελληνάρας με τα όλα του. Φεύγει από τη γειτονιά του μόνο και μόνο για να δει την πρώην σύζηγο του και για να πάει την μητέρα του στο ιατρείο του ΙΚΑ. Κατά τα άλλα η ρουτίνα του έχει ώς εξής. Κάθε πρωί, ανοίγει το ψυλικατζίδικο,βγάζει έξω τέσσερις καρέκλες, οι τρεις για τους φίλους του, απλώνει τις αθλητικές εφημερίδες. Σιγά σιγά μαζεύονται εκεί και οι φίλοι του, με φραπέδες στο χέρι. Περνούν τη μέρα τους χαζολογόντας, Κοροϊδεύοντας τους περάστικούς Αλβανούς, προσπαθώντας να μετρήσουν τους-φαινομενικά-αμέτρητους Κινέζους, βάζουν στοίχημα εάν ο σκύλος του ενός (ονόματι Πατριοτ) γαβγίζει μόνο τους Αλβανούς. Εννοείται πως απεχθάνεται τους μετανάστες και τους πολιτικούς. Εξεγείρεται όταν το κράτος αποφασίζει να χτίσει ένα μνημείο της διαπολιτισμικής αλληλεγγύης. Όλα αυτά κυλούν ήρεμα και ωραία, όταν μια αποφράδα ημέρα, μετά το εγκεφαλικό, η μητέρα του αρχίζει, εντελώς ξαφνικά, να μιλά αλβανικά. Και, ακόμη χειρότερα, ανακαλύπτει πως ο….χαμένος από χρόνια αδερφός του είναι ο μπογιατζής της γειτονιάς. Ο οποίος είναι…..Αλβανός! Ο Σταύρος αποσυντονίζεται από το σοκ, και ακόμη περισσότερο από την ανακάλυψη της “Αλβανικής” του ταυτότητας.

Ο Αντώνης Καφετζόπουλος σκιαγραφεί άψογα το προφίλ του Έλληνα ρατσιστή, ο οποίος έχει προβλήματα, αλλά προτιμά να αποφύγει την ουσία τους και να “τα ρίξει” στους ξένους. Οι Ελληνάρες της παρέας του είναι μια παρέα από συμπαθείς χαραμοφάηδες, παλαιοροκάδες της “Status Quo” σχολής, που όλη μέρα αράζουν και παρατηρούν την καθημερινότητα γύρω τους, ενώ οι “βρόμικοι” μετανάστες δουλεύουν σαν τα σκυλιά και προσπαθούν έτσι να βγάλουν τα προς το ζην. Τι θα γίνει όμως όταν ο Σταύρος θα ανακαλύψει πως, αυτά που τον ενώνουν με τον Μαρεγκλέν (από τα Μαρξ Έγκελς Λένιν), της αγάπης για τους Quo συμπεριλαμβανομενης, παρά αυτά που τους χωρίζουν; Πως θα αντιδράσει ο Σταύρος, και πως θα αντιδράσουν οι φίλοι του;

Αυτό όμως που κάνει τον Σταύρο ίσως πιο συμπαθή από όλο τον υπόλοιπο θίασο των ελληναράδων της πλατείας, είναι το γεγονός ότι ούτως ή άλλως ο ίδιος ο Σταύρος είναι μπερδεμένος, πολλύ καιρό πριν το μοιραίο. Ακόμη προσπαθεί εναγωνίως να πείσει την γυναίκα του να γυρίσει, παρά το γεγονός ότι αυτή δεν δείχνει να θέλει να γυρίσει. Αδυνατεί να κοιμηθεί, ενώ πρέπει να προσέχει την μητέρα του όλη μέρα, μιας και η κατάσταση της το απαιτεί.

Η ταινία ασχολείται με το θέμα του ρατσισμού, χωρίς όμως να πέρνει ανοιχτά κάποια θέση ή να προσφέρει κάποια λύση. Αντιθέτως παρακολουθεί τα συμβάντα στη γειτονιά του Σταύρου (μια από τις πιο υποβαθμισμένες της Αθήνας) από κάποια απόσταση, προσπαθώντας περισσότερο να καταλάβει γιατί ο Σταύρος και η παρέα του έχουν αυτές τις αντιδράσεις, παρά να κάνει ένα κοινωνικό σχόλιο, δείχνοντας όμως στην πορεία ότι κανείς δεν είναι άγιος, αλλά όλοι μας είμαστε άνθρωποι με αισθήματα, ανάγκες και προβλήματα που πρέπει κάποια στιγμή να αντιμετοπίσουμε. Οι τελευταίες σεκάνς αφήνουν ανοιχτό το ερώτημα, εάν όντως άλλαξαν ο Σταύρος και η παρέα του, ή όχι. Όμως νομίζω ότι η ταινία βάζει τον θεατή να σκεφτεί, και να αναθεωρήσει τις ιδέες που έχει για τον ρατσισμό.

Wednesday, October 14, 2009

Awake within the walls

Δείτε το βιντεάκι του φίλου μου του Radiusbass, με την πορεία που έγινε στις 4/10 στην Παλιά Λευκωσία ενάντια στα αστυνομικά πογκρόμ κατά των μεταναστών

www.youtube.com/watch?v=KyNFFiGFMO0

Saturday, October 10, 2009

Περνώντας σύνορα

“ΜΑ το Θεό τόση άμμο δεν έχω ξαναδεί ποτέ στη ζωή μου”.
Μια περαστική σκέψη που λέει πολλά! Τέξας, μέσα στην κάψα ενός Αυγουστιάτικου πρωινού. Το κογιότ μας έχει αφήσει στη μέση του πουθενά. Και περιμένουμε το σούρουπο μπας και κουνηθούμε λίγα χιλιόμετρα πιο κοντά στον πολιτισμό. Πρέπει κάποια στιγμή να πάρω το λεωφορείο για την Καλιφόρνια. Πάω στο ξαδερφάκι μου. Έχω γραμμένη και τη διέυθυνση του. Κάπου στο Σαν Μπερναντίνο. Εγκυημένη δουλειά. Εργάτης σε ψαράδικο, μια τετρακοσαρού δολάρια ακατέβατα. Και άμα βρω και καμία δεύτερη δουλειά έκανα την τύχη μου. “Πολλά λεφτά αδερφάκι μου, πολλά λεφτά.”

Αλλά τώρα έχω να κάνω με ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο. Εγώ και όλοι οι άλλοι δηλαδή. Την έρημο. Είναι ντάλα μεσημέρι και δεν υπάρχει σκιά πουθενά. Οι περισσότεροι την έχουν ακούσει από τον ήλιο και περπατάνε σαν υπνοτισμένα κοτόπουλα, άλλοι προσπαθούν εναγωνιώς να σωθούν από την ηλίαση φορώντας τα πλατύγυρα καπέλα τους. Μάταιος κόπος.
Κάποιος βρίσκει την κοίτη ενός ξεροπόταμου. Τίποτα το ιδιαίτερο, αλλά τουλάχιστον όταν αρχίσει να πέφτει λίγο ο ήλιος θα έχουμε κάμποση σκιά. Και με το σούρουπο αρχίζουμε το περπάτημα μέχρι λίγο πριν την αυγή.

Είμαστε όλοι Μεξικάνοι, ψάχνουμε να βρούμε τρόπο να φτάσουμε στην γή της επαγγελίας. Αχ! Αμερική! Μακρυά από όλα τα βάσανα. Άνθρωποι από όλο το Μεξικό δυανύουν χιλιόμετρα, ακόμη και περπατώντας για να φτάσουν εδώ. Ανοίγουν τρύπες στα συρματοπλέγματα, σκάβουν τούνελ κάτω απ’ αυτά, αψηφούν σφαίρες και συνοριοφύλακες. Η δίνουν ότι έχουν και δεν έχουν σε ένα κογιότ, έναν δουλέμπορο για να τους μεταφέρει εδώ.

Εμένα είναι η πρώτη μου φορά εδώ. Κάπιοι άλλοι από το γκρουπ όμως έχουν ξανακάνει το δρομολόγιο. Είναι λιγότερο ψαρωμένοι από εμένα, και έχουν μια ιδέα τι και πως να κάνουν. Αυτούς ακολουθούμε σαν γκρουπ.

Τελικά το ξεροπόταμο κάνει δουλειά, δεν μπορώ να πω. Ο ήλιος πέφτει και η σκιά αρχίζει να εμφανίζεται, οπότε και την πέφτουμε κρυμένοι εκεί μέσα. Κάπιοι μένουν ξύπνιοι, σε βάρδιες, μην εμφανιστεί κανείς ανεπιθύμητος. Λίγες ώρες γλυκού ύπνου πριν να ξαναρχίσουμε να περπατάμε.

Μετά από μερικές ώρες ξαναξεκινάμε. Περπατάμε για ώρες, φωρώντας κουβέρτες για να αντιμετωπίσουμε το κρύο. Μάγκα μου το κρύο στην έρημο είναι τσουχτερό. Σου τρυπά τα κόκαλα, σχεδόν. Περπατάμε ώρες χωρίς να ξέρουμε που ακριβώς πάμε. Πηγαίνουμε και πηγαίνουμε. Σε κάποια φάση πετύχαινουμε κάποιους άλλους Μεξικάνους. Είχαν περάσει από κάποιο άλλο πέρασμα. Μόνο που το κογιότ τους παράτησε όταν είδε τη Migra να φτάνει. Migra λέμε την αστυνομία των συνόρων, γιατί συνήθως πιάνει μετανάστες. Το κογιότ λοιπόν, έκοψε κάμποση ταχύτητα, και τους πέταξε από το φορτηγάκι του. Τι έκοψε ταχύητητα δηλαδή, και πάλι με χίλια θα πήγαινε, γιατί κάπιοι είχανε σπάσει κόκκαλα. Αυτοί έμοιαζαν σα ράκη. Αλλά μπορούσαν να περπατήσουν. Και αυτό ήταν καλό, γιατί εάν έμεναν ακίνητοι, ή που θα τους έπιανε η Migra, ή θα τους λιάνιζαν τα τσακάλια. Μπαίνουν στο γκρουπ μας και περπατάν μαζί μας.


Οι ώρες περνούν, αλλά δεν φτάνουμε πουθενά. Ο πολιτισμός συνεχίζει να βρίσκεται μίλια μακρυά. Το κρύο μας χτυπά στη μάπα, και εγώ έχω αρχίσει να μην την παλεύω. Και οι άλλοι το ίδιο. Αλλά δεν γίνεται να μείνουμε άλλο εδώ. Πρέπει να φτάσουμε στην πόλη, στην εθνική, κάπου. Για να συνεχίσουμε το ταξίδι μέχρι την γη της επαγγελίας. Πολλοί ήδη έχουν ταξιδέψει ως και δύο χιλιάδες μίλια για να φτάσουν εδώ. Σε μια ερημιά μερικές ώρες βόρεια της Χουαρέζ, σχεδόν στο τέλος της διαδρομής. Εάν δεν τους βρουν εδώ, στην έρημο, έχουν περάσει το πιο δύσκολο κομμάτι της διαδρομής τους.
Μετά από λίγες ώρες βλέπουμε φώτα στον ορίζοντα. Έχουμε φτάσει σε κοντά σε κάποια μικρή πόλη, όπως καταλαβαίνω. Μπαίνουμε μέσα και ψάχνουμε να βρούμε καταφύγιο. Κάποιο ερημωμένο σπίτι, κάποια απόμερη αποθήκη, κάτι για να βγάλουμε τη νύχτα, και ώστε ώντας φρέσκοι το πρωί να μπούμε σε τραίνα ή λεωφορεία για να φτάσουμε σοτυς προορισμούς μας. Όμως μετά από μερικά λετπά περιπλάνισης ακούω φωνές πίσω μας. Αγριεμένες φωνές. Κοιτάω και βλέπω μερικούς γκρίνγκος, καμιά εκατοστή, οπλισμένους με μαδέρια, μαχαίρια και ρόπαλα να τρέχουν μανιασμένα προς το μέρος μου. Αρχίζουμε να τρέχουμε. Κάπιοι, πιο μπροστά, ανοίγουν μαι πόρτα. Καμιά δεκαριά από εμας καταφέρνουμε να μπούμε μέσα, πριν την κλείσουμε για να μην μας καταλάβουν οι κυνηγοί μας. Για τις επόμενες ώρες ακούμε κατάρες, βρισιές, κραυγές πόνου, απειλές, κόκκαλα να σπάνε και σειρήνες. Όταν πια βγαίνουμε, μερικές ώρες αργότερα, με χίλιες προφυλάξεις γιατί μπορεί να παραφυλάνε ή αυτοί ή η migra, η περιοχή μυρίζει αίμα ενώ στο δρόμο βλέπουμε δόντια, σπασμένα τζάμια και άλλα συντρίμια. Βομβαρδισμένο τοπίο. Ιδού η επιτροπή υποδοχής στην Αμέρικα. Προφανώς αυτοί δεν μας θέλουν εδώ. Ίσως όμως να με θέλουν στο Σαν Μπερναντίνο. Δεν μπορεί, ο ξάδερφος μου, μου έγραψε ότι έχει πολλή δουλειά, χρειάζονται εργατικά χέρια. Με αυτή τη μάλλον αισιόδοξη σκέψη, μετά τα όσα είδα, πηγαίνω στο σταθμό των λεωφορείων. Σε λίγο έχω μπει στο λεωφορείο για την Καλιφόρνια. Μια νέα ζωή με περιμένει. Καλύτερη; Χειρότερη; Θα δείξει.

Λίγες σκόρπιες σκέψεις για τον ρατσισμό

“Keep banging on the walls
of fortress Europe”
Asian Dub Foundation, Fortress Europe

Από τις 2-5 Νοέμβρη λαβαίνει χώρα στο Μέγαρο Μουσικής της Αθήνας η Σύνοδος του Παγκοσμίου Φόρουμ για την μετανάστεση. Μια σύνοδος στην οποία οι κυβερνήσεις του αναπτυγμένου κόσμου θα συζητήσουν τρόπους με τους οποίους θα μπορούν να εκμεταλεύονται περισσότερο τους μετανάστες και μετά να τους πετάνε πιο εύκολα σαν να ήταν στιμένες λεμονόκουπες. Και εμένα το μυαλό μου γυρνάει στον Τίμοθι.
Ήταν ένα βράδυ σαν όλα τ’άλλα, όταν έγινε το κακό. Ο Τίμοθι είχε βγει στο κέντρο της Αθήνας για να πουλήσει cd,όπως κάνουν οι πολλοί συμπατριώτες του στην Ελλάδα. Όμως εκείνη τη βραδυά, στο κέντρο της Αθήνας είχε βγει παγανιά και ένας ρατσιστής δολοφόνος, ο Καζάκος. Εκείνη την ημέρα εφτά άνθρωποι έπεσαν θύματα των σφαιρών του Καζάκου. Δύο χάθηκαν. Ο Τίμοθι από τη Νιγηρία, ο Τόμι από τη Γκάνα, ο Μοχάμετ από το Κουρδιστάν, και ένας Πακιστανός το όνομα του οποίου δεν θυμάμαι, έμειναν ζωντανοί. Ζωντανοί αλλά με τη ζωή τους κατεστραμένη. Ο Τίμοθι, που τώρα πια ζει με κάμποσες σφαίρες στο κορμί του ίσως να είναι μια απο τις πιο επίμονες υπενθύμισεις της φρίκης του ρατσισμού made in Europe.

Μα τι οπλίζει το χέρι του κάθε Καζάκου; Είναι τα ΜΜΕ, που έχουν φτιάξει ένα προφίλ για τους μετανάστες το οποίο απέχει παρασάγγας από την πραγματικότητα; Είναι οι εργοδότες που εργοδοτούν μετανάστες που δεν έχουν χαρτιά για ένα κομμάτι ψωμί; Είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση που κάνει την νόμιμη μετανάστευση όλο και πιο δύσκολη, και προσπαθεί πια να κάνει την Ευρωπαϊκή Ένωση ένα απόρθητο φρούριο για τους φτωχούς του τρίτου κόσμου; Είναι οι κυβερνήσεις του αναπτυγμένου κόσμου που εδώ και χρόνια λεηλατούν τον τρίτο κόσμο και αποκομίζουν τεράστια κέρδη χωρίς να δίνουν ανταλλάγματα, με αποτέλεσμα να ανγκάζονται οι πολίτες τους να μεταναστεύουν; Είναι η ακροδεξιά που εκμεταλεύεται όλα αυτά, και διατυμπανίζει την άποψη ότι για όλα τα προβλήματα της χώρας “φταίνε οι ξένοι”, βγάζοντας ταυτόχρονα λάδι τους πραγματικούς υπαίτιους, δηλαδή τους μεγάλους βιομήχανους; Ή μήπως είναι όλοι μαζί;

Πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε ότι όλες αυτές οι πολιτικές που εφαρμόζονται δεν έχουν ως στόχο μόνο τους μετανάστες, αλλά όλους μας. Πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε ότι δεν φταίνε οι μετανάστες για την ανεργία στην Ευρώπη και την Αμερική, αλλά φταίνε τα αφεντικά. Και πρέπει να καταλάβουμε ότι αυτό το διαίρει και βασίλευε που λέγεται ρατσισμός δεν κάνει καλό σε κανέναν. Αντιθέτως ο αλληλοσεβασμός, η κατανόηση και οι κοινοί αγώνες των ντόπιων μαζί με τους μετανάστες ενάντια στα προβλήματα που ταλανίζουν και τους μεν και τους δε, είναι ο μόνος τρόπος να καλυτερέψουμε τις ζωές μας. Keep banging on them walls λοιπόν… Μέχρι να τα γκρεμίσουμε!

Thursday, October 08, 2009

Under my skin

Αποφάσισα και εγώ να συμμετέχω στο παιχνιδάκι της Urban Tulip. Και έτσι θα σας περιγράψω τι μου έχει κολήσει

Απογεύματα στο μπαλκόνι με μουσική και εφημερίδα/ Η ψυχεδέλεια, το σκα, η τζαζ,το dub και το dubstep, τα μπλουζ/ Η Πρίζα στην Πλατεία Καρύτση, το Hoxton στο Γκάζι, το Recuncho de Maite στη La Coruna, to Mardi Gras και το Clandestino επίσης στη La Coruna, εκείνο το μικρό μπαράκι με τα stickerακια στο ταβάνι στην Piazza Santa Fosca στη Βενετία, Η Καλλίπολη στην Λευκωσία, ο Κίτσουλας στο Χαλάνδρι, η Ροζαλία στον Πεζόδρομο των Εξαρχείων/ Οι βόλτες στις γειτονιές μιας γνωστής ή άγνωστης πόλης/ Το Εδιμβουργο, η Κωσταντινούπολη, η Μασσαλία, η Βαρκελώνη, η Λισαβόνα, η Μπολόνια, η Ρώμη, η Σαλονίκη/ Το Πάρκο Retiro στη Μαδρίτη/ Να λιάζομαι με τις ώρες/ Ένα βιβλίο της γενιάς των beat ή των απογόνων της/ Οι στίχοι του Ντύλαν, του Κοέν, του Nick Cave, του Καρυωτάκη, του Αγγελάκα/ Οι Νύχτες Πρεμιέρας/ο Frank Zappa, ο Καπετάν Βοϊδόκαρδος/ Η μπύρα, το κρασί, οι καταχρήσεις α λα Raul Duke/ Ο Βill Hicks/ Ο μέγας παραμυθάς και χιουμορίστας Terry Pratchett/ Ο Gaudi/O Joan Miro/ Το ζεύγος Monica Belucci-Vincent Cassel (μα πότε έφτασαν τα σαρανταφεύγα και δεν το κατάλαβα;)/ Τα κουρέλια που τραγουδάνε ακόμα, ο χαμένος που τα πέρνει όλα, η γλυκειά συμμορία/ Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος

δικά σας κολήματα;

Ο άρρωστος ήτο βαρέως

Έλλειψα για αρκετό καιρό από την μπλογκόσφαιρα, μετά από κάμποσο καιρό όπου έγραφα και δημοσίευα πράγματα κάπως τακτικά. Νομίζω πως πρέπει να εξηγήσω το γιατί. Αλλά να γράψω και για ένα δύο πράγματα περί θητείας. Ήμουν, που λέτε άρρωστος. Όχι δα τίποτα το σοβαρό. Απλά είχα κολήσει την κοινή γρίπη. Αλλά αυτό, όταν κάνεις τη θητεία σου σημαίνει και κάμποση ταλαιπορία. Και αυτό λόγω γραφειοκρατίας. Άμα ένας ναύτης είναι άρρωστος, πρέπει πρώτα να πάει στο γιατρό της μονάδας, για να τον εξετάσει. Ο γιατρός, θα γνωματεύσει εάν ο ναύτης πρέπει να πάει στο πλησιέστερο ναυτικό ή πολιτικό νοσοκομείο για παιρετέρω εξετάσεις. Στην δικιά μου περίπτωση έπρεπε να πάω στο ΝΝΑ. Εκεί με περίμενε η μεγάλη ταλαιπωρία. Πέντε ώρες μου πήρε η εξέταση. Και τι εξετάσεις δεν μου έκαναν μέσα στο νοσοκομείο. Μετά από δύο εξετάσεις αίματος, ακτινογραφίες, εξετάσεις στο λαιμό μου και δύο περάσματα με θερμόμετρο, είδα μία από τις νοσοκόμες να έρχεται προς το μέρος μου σπρώχνοντας ένα μηχάνημα σε ροδάκια, από το οποίο σέρνονταν διάφορα καλώδια. Πρώτη φορά έβλεπα καρδιογράφο, και εννωείται ότι με το που κατάλαβα τι ήταν αυτό το πράγμα, πήγε η ψυχή μου στην κούλουρη. Λες να έχω τόσο μεγάλο πρόβλημα; Ευτυχώς μια εξέταση της καρδιάς με υπέρηχο αργότερα έδειξε ότι δεν έτρεχε τίποτα με την καρδιά, απλά είχα τη γρίπη. Μου έδωσαν μερικές μέρες οίκω νοσηλίας (κάτι σαν άγραφη αναρρωτική άδεια). Και με έστειλαν σπίτι μου για να νοσηλευτώ. Πήγα και ‘γω ο έρμος σπίτι μου μπας και γίνω καλά. Έλα όμως που το οπλονομείο της μονάδας είχε άλλη άποψη επί των διαδικασιών. Οπότε το επόμενο πρωί (σ.σ. τη μέρα που πήγα στο ΝΝΑ ήμουν εξοδούχος), με πήραν τηλέφωνο, λέγοντας μου ότι λίγο –πολύ, έπρεπε να παρουσιαστώ εκεί με χαρτί από το νοσοκομείο για να μου δώσουν την άδεια. Πράγμα που έπρεπε να μου είχαν κάνει από το προηγούμενο βράδυ, μιας και το ΝΝΑ τους είχε ήδη στείλει σήμα με την άδεια μου. Και ενώ ετοιμαζόμουν να πάω εκεί να τους τα πω ένα χεράκι (με πυρετό), με ξαναπήραν τηλέφωνο λέγοντας ότι όλα είναι καλά. Για τις επόμενες μέρες, το οπλονομείο λειτουργούσε ως ξυπνητήρι μου, πάντα με την ερώτηση “πότε θα γυρίσεις στην υπηρεσία;”. Κάπως έτσι πέρασε η περασμένη εβδομάδα. Με αρρώστια και σπάσιμο αρχιδιών. Τελικά στις ένοπλες δυνάμεις, όταν πας να ζητήσεις κάτι που δικαιούσαι (ας πούμε άδειες, είτε αναρρωτικές, είτε ειδικές, είτε κανονική), σου πρίζουν τον έρωτα, ενώ όταν είναι να σου πουν να τους κάνεις κάτι, ή να πάρουν πίσω κάποια από τα δικαιώματα σου, αυτό γίνεται εν ριπή οφθαλμού, χωρίς να μπορείς να τους βάλεις τα οποιαδήποτε γραφειοκρατικά εμπόδια. Στο διάολο. Μαλάκες όλοι τους.

Tuesday, October 06, 2009

Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές

Αναμφισβίτητα, το 4,6% στις φετινές κοινοβουλευτικές εκλογές αποτελεί μια μεγάλη επιτυχία. Παρ’ όλα αυτά, από το να γιορτάζουμε την επιτυχία αυτή έως την άρθρωση μιας αποτελεσματικής και ουσιαστικής αντιπολίτευσης, εάν το εκλάβουμε ως αναπόφευκτη την λογική εξέλιξη (δηλαδή το να ακολουθήσει το ΠΑΣΟΚ τις πολιτικές της προηγούμενης κυβέρνησης με κάποιες διακοσμητικές αλλαγές), υπάρχει μια πολύ μεγάλη απόσταση. Ιδίως νοουμένου ότι την μεγαλύτερη πλειοψηφεία της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, απαρτίζουν στελέχη της δεξιάς πτέρυγας του ΣΥΝ. Δηλαδή άτομα που δεν βλέπουν το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ με καλό μάτι, και πιθανώς να ονειρεύονται χαρτοφυλάκια σε κάποια κυβέρνηση με λογικές κεντροαριστεράς. Δεδομένου κιόλας ότι τα συγκεκρυμένα στελέχη μπήκαν με τα μπούνια στη Βουλή, η Ανανεωτική Πτέρυγα μπορεί να θεωρήσει αυτό το γεγονός ως πολιτική νίκη και να ξεκινήσει την αντεπίθεση της σε βαρος τόσο όσων συνιστωσών βρίσκονταν σε ρήξη με αυτήν και το άτυπο “διευθυντήριο” του ΣΥΡΙΖΑ της εποχής Αλαβάνου, όσο και απέναντι στην αριστερή τάση του ΣΥΝ και το Κοκκινοπράσινο Δίκτυο.

Αυτή η αντεπίθεση θα έχει μεγάλο αντίκτυπο τόσο στους ανένταχτους του ΣΥΡΙΖΑ, οι οπίοι ίσως να δουν την προσπάθεια να αποκτήσουν ανεξάρτητη φωνή να αναβάλλεται για τις Ελληνικές Καλένδες, όσο και σοτ εξωτερικό, αφού είναι πολλύ πιθανόν το κοινό να βλέπει μια αλλοπρόσαλλη στάση. Με το ΣΥΡΙΖΑ να βρίσκεται στο δρόμο με τα κινήματα, και τους κοινοβουλευτικούς του εκπροσώπους να κάνουν άλλα αντί άλλων.

Κοινώς φοβάμαι ότι το σαμποτάζ της εποχής των προ των Ευροεκλογών θα συνεχιστεί με την ίδια αγριότητα, και ότι ο Τσίπρας πηγαίνωντας στη Βουλή βρίσκεται, πολτικά, στο στόμα του λύκου, μαζί με κάθε προσπάθεια για μια ουσιαστική αριστερή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ. Ενός λύκου που δεν προέρχεται από τη δεξιά ή το ΚΚΕ, αλλά από τυο ίδιο του το κόμμα, από την ίδια του την παράταξη. Και στην περίπτωση που οι φόβοι μου αποδειχτούν αληθείς, αυτό που περιμένει την Ελληνική Αριστερά και το εγχείρημα της εννοποίησης Της, είναι , για μια ακόμη φορά, πέτρινα χρόνια.

Τα οποία όμως μπορούν να αποφευχθούν εάν η βάση του ΣΥΡΙΖΑ δείξει σε αυτά τα στελέχη ότι η θέση τους είναι επισφαλής, και ότι η κάθε προσπάθεια να βάψουν τα χέρια αυτού του πολιτικού φορέα σε μια συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ, πολλώ τε μάλλον να δρομολογήσουν με το έτσι θέλω μια δεξιά στροφή στο ΣΥΡΙΖΑ ή και τη δυάληση του, θα σημάνει το πολιτικό τέλος αυτών των ατόμων. Δηλαδή πρέπει να νιώσουν την πίεση της εκλογικής βάσης για να αλλάξουν μυαλλά. Και εάν δεν γίναι αυτό, πρέπει τα άλλα δυο ρεύματα του ΣΥΝ να βρουν τα κότσια να κλείσουν οριστικά τους ανοιχτούς λογαριασούς τους με τους Ανανεωτικούς, ακόμη και εάν αυτό σημαίνει διάσπαση του ΣΥΝ. Ούτως ή άλλως ένα ξεκαθάρισμα χρειάζεται, μπας και ξεσκαρταριστούν άτομα τα οποία μόνο ζημιά κάνουν.